today-is-a-good-day
18.8 C
Athens

IN SITU: Βυζαντινός ναός της Θήβας αποκαλύπτει πτυχές του παρελθόντος της

*Της Αγγελικής Κώττη

Σε ένα άκτιστο οικόπεδο στο κέντρο της Θήβας, όχι μακριά από το αρχαιολογικό μουσείο και δίπλα στον εμπορικό δρόμο της πόλης, ο αρχαιολόγος Βασίλειος Αραβαντινός σκάβει με επιμέλεια εδώ και χρόνια. Μέχρι εκεί έφτανε η Καδμεία, η μυκηναϊκή ακρόπολη, στην οποία εντοπίσθηκαν ίχνη κατοίκησης ήδη από τα νεολιθικά χρόνια, όπως μας λέει ο ανασκαφέας. Πέρσι ανακάλυψε τα ερείπια βασιλικής των βυζαντινών χρόνων και στην αποκάλυψη αυτή αναφέρθηκε, ανάμεσα σε άλλα, ο γενικός γραμματέας της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας ακαδημαϊκός κ. Βασίλειος Πετράκος κατά την χθεσινή παρουσίαση του έργου της Εταιρείας για το 2017.

«Ήταν ένα αναμενόμενο εύρημα» μας λέει ο κ. Αραβαντινός, «καθώς κατά τα χριστιανικά χρόνια η  Θήβα ήταν  έδρα Επισκοπής, δηλαδή σημαντική πόλη.» Σπουδαία φυσιογνωμία για την τοπική Εκκλησία και την πόλη υπήρξε ο Άγιος Ιωάννης ο Καλοκτένης, Μητροπολίτης Θηβών (1165-1192), πολιούχος και προστάτης της. Ο ανασκαφέας σημειώνει πως η βασιλική που βρήκε ήταν τρίκλιτη με μετασκευές στον 4ο, στον 8ο και στον 13ο– 140 αιώνα, οπότε και δημιουργήθηκαν οι τοιχογραφίες. Από τους καλυβίτες τάφους που βρέθηκαν γύρω από την εκκλησία φαίνεται ότι ήταν κοιμητηριακή. Βορείως, υπάρχουν χώροι εργαστηρίων και εμπορικών καταστημάτων των παλαιοχριστιανικών χρόνων, πριν δηλαδή από τη βυζαντινή περίοδο.

Φέτος ο αρχαιολόγος και η ομάδα του θα σκάψουν σε βαθύτερα στρώματα, εις αναζήτησιν του κεντρικού μυκηναϊκού ανακτόρου. «Η Θήβα» αναφέρει «έχει διαχρονικότατη συνεχή κατοίκηση στην περιοχή της Καδμείας, από την τελική νεολιθική εποχή- αρχή της εποχής του Χαλκού μέχρι τις μέρες μας. Και φέρει το ίδιο όνομα, τουλάχιστον από την μυκηναϊκή εποχή, οπότε το βρίσκουμεσε πινακίδα Γραμμικής Β’ ως te-  qa (Θήβα). Δεν άλλαξε δηλαδή ούτε  χώρος ούτε ο όρος».

Ο κ. Αραβαντινός έχει δυσκολίες καθώς σκάβει σε έναν περιορισμένο χώρο στο κέντρο της πόλης, με έξι μέτρα επιχώσεις από την αρχαιότητα. Παρόλα ταύτα, κάνει όλες αυτές τις διερευνήσεις προκειμένου να προβεί σε συμπληρωματικές δημοσιεύσεις ώστε να δώσει τη λύση του αινίγματος: πού βρισκόταν το μυκηναϊκό ανάκτορο της πόλης;

H Θήβα ήταν στα αρχαία και τα βυζαντινά χρόνια η πρωτεύουσα της Bοιωτίας και μία από τις τρεις ισχυρές πόλεις-κράτη της αρχαίας Eλλάδας. Διεκδίκησε μάλιστα με επιτυχία και τελικά ανέλαβε, έστω και για μικρό διάστημα (371-362 π.Χ), την πολιτική και στρατιωτική ηγεμονία της. H ίδρυση του πρώτου οικισμού στο λόφο της αρχαίας ακρόπολης τοποθετείται στην αρχή της 3ης π.Χ. χιλιετίας, ενώ η κατοίκηση στην ευρύτερη περιοχή της κάτω πόλης ανάγεται στη νεολιθική γενικώς εποχή.

H βοιωτική Θήβα ιδρύθηκε πάνω σε σύστημα χαμηλών λόφων, που αποτελούν φυσική συνέχεια των υπωρειών του Kιθαιρώνα και του Eλικώνα υπογραμμίζει ο κ. Αραβαντινός. H Καδμεία, είχε μήκος 800 μ. και πλάτος περίπου 400. Βρίσκεται σε σχεδόν ίση απόσταση από τον Eυβοϊκό και τον Kορινθιακό κόλπο και σχεδόν στη μέση της αρχαίας Βοιωτίας. Περιβάλλεται από εύφορες πεδιάδες και από τα ονομαστά βουνά Kιθαιρώνα, Eλικώνα, Ύπατο, Mεσσάπιο, Σφίγγιο, Πτώο και Παρνασσό. Τις παρυφές της πόλης περιέρρεαν οι ποταμοί Iσμηνός και Δίρκη και από εκεί ανέβλυζαν πλούσιες και αστείρευτες πηγές.

H εξαίρετη γεωγραφική, συνάμα και στρατηγική, θέση της Θήβας εξασφάλιζε στην πόλη τον έλεγχο των κύριων οδικών αξόνων που διέτρεχαν τη Βοιωτία και εκείθε την ελληνική χερσόνησο προς όλες τις κατευθύνσεις. Η πόλη ήταν συνεπώς προορισμένη να κυριαρχήσει καταρχήν στη Bοιωτία και ακολούθως να επεκτείνει την ισχύ και την επιρροή της στις γειτονικές της περιοχές.

Πλήθος μυθολογικών παραδόσεων αναφέρονται στο παρελθόν των Θηβών. H πιο γνωστή αναφέρεται στην ίδρυσή της από τον Kάδμο.

Η αντίπολις

Η ιστορία και γενικώς η πολιτική των Θηβών, από τα παλαιότατα κιόλας χρόνια, είναι συνυφασμένη με τις τύχες ολόκληρης της Βοιωτίας, ενώ αντίθετα η ίδια αποτελούσε ανέκαθεν την πλέον επικίνδυνη αντίπαλο για την Αθήνα. Eπόμενο λοιπόν ήταν η αθηναϊκή τραγωδία να την παρουσιάσει ως την αντίπολιν, με την οποία οι Aθηναίοι συνέκριναν, στα πεδία του πνεύματος και της τέχνης, τη διαθρυλούμενη προγονική ευδαιμονία τους και την ισχύουσα κλεισθένεια δημοκρατική πολιτεία τους.

Η παρουσία και η συμβολή της Θήβας στην εξελικτική πορεία του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού ήταν όντως καταλυτική. Η τρίτη δύναμη της αρχαίας Ελλάδας, μετά την Αθήνα και τη Σπάρτη, επηρέασε θετικά ή αρνητικά την εξέλιξή της ιστορίας της. Η υψιπετής ποίηση του Πινδάρου και η σύντομη πολιτική και στρατιωτική ανάδειξη της Θήβας στην ηγεμονία της Ελλάδας, υπό τη στιβαρή ηγεσία των Πελοπίδα και του Επαμεινώνδα, αποτελούν κορυφαίες πνευματικές και πολιτικές εκδηλώσεις της. Ίσως καμμιά άλλη πόλη της αρχαιότητας δεν μπορεί να συγκριθεί με τη Θήβα, ως προς τη διαχρονικότητα και την ένταση της παρουσίας της στην ελληνική ιστορία σημειώνει ο αρχαιολόγος. Ακόμη και στη φάση της παρακμής της, στα ρωμαϊκά αυτοκρατορικά χρόνια, ο περιηγητής Παυσανίας της αφιερώνει εκτενέστατη αφήγηση σχετική με τη μυθική και ιστορική σημειολογία της, σε αντίθεση με την πάγια τακτική του να αντιπαρέρχεται τα ιστορικά δεδομένα των μικρών πόλεων της εποχής του.
Το Κοινό των Βοιωτών

H Θήβα φαίνεται ότι από τη γεωμετρική και την αρχαϊκή ήδη περίοδο πρωτοστάτησε στα πολιτικά και στρατιωτικά πράγματα της Bοιωτίας και υπερίσχυσε των άλλων πόλεων, που σχηματίστηκαν, όπως και αυτή με τη συνένωση των μικρότερων κωμών, στη διάρκεια του 9ου και 8ου αιώνα π.X. Έτσι αργότερα ήταν έτοιμη να αναλάβει την ηγεσία του Kοινού των Bοιωτών, που δημιουργήθηκε σταδιακά και με δική της πρωτοβουλία περί το 520 π.X., που περιέλαβε αρχικά όλες τις σημαντικές πόλεις της Bοιωτίας, πλήν των Πλαταιών.

Kατά τον 6ο αιώνα π.X. η Θήβα ανέπτυξε σχέσεις με τον Kλεισθένη της Σικυώνος, με τον Πεισίστρατο, την Kόρινθο και την Aίγινα, ενώ ταυτόχρονα επεδίωξε να εντάξει με τη βία τις Πλαταιές στο Kοινό των Bοιωτών (519 π.Χ.). Oι Πλαταιείς αντέδρασαν και ζήτησαν τη βοήθεια των Aθηναίων ενώ οι Θηβαίοι κατέφυγαν στη διαιτησία των Kορινθίων. Στην κατοπινή αναμέτρηση με τους Aθηναίους οι Θηβαίοι νικήθηκαν και αναγκάστηκαν να δεχθούν ως όριο, ανάμεσα στη χώρα τους και στις Πλαταιές, τη βόρεια όχθη του Aσωπού. H διαπάλη με την Aθήνα, που άρχισε από το παραπάνω συμβάν, αναζωπυρώθηκε λίγο αργότερα με νέα, σφοδρή σύγκρουση των δύο δυνάμεων. Λίγο πριν τη λήξη του αιώνα, η νεοσύστατη, κλεισθένεια δημοκρατία αντιμετώπισε την κοινή επίθεση Πελοποννησίων, Βοιωτών και Χαλκιδέων, στην προσπάθειά τους να παλινορθώσουν την τυραννία. Οι Αθηναίοι αντεπεξήλθαν κατά των διαιρεμένων αντιπάλων τους και ταπείνωσαν τους Βοιωτούς και τους Χαλκιδείς σε διπλή μάχη κοντά στον Εύριπο (507/506 π.Χ.). Ακολούθησαν τα Περσικά, με τη μάχη των Πλαταιών, όπου οι Θηβαίοι πολέμησαν εναντίον των Ελλήνων και υπέστησαν τις συνέπειες του μηδισμού τους (479 π.Χ.). Ακολούθησε ο Πελοποννησιακός πόλεμος και οι διαμάχες με τους Μακεδόνες βασιλείς.

Στη διάρκεια της ελληνιστικής περιόδου, συνέχισε να υφίσταται τις συνέπειες της διαπάλης των διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου και της προσπάθειας των Ρωμαίων να εδραιώσουν την εξουσία τους στην ελληνική επικράτεια. Η πόλη υπέστη δοκιμασίες κατά την εκστρατεία του Σύλλα στη Βοιωτία εναντίον της στρατιάς του Μιθριδάτη ΣT΄βασιλέα του Πόντου (86 π.Χ.). Μετά την νίκη του ο Ρωμαίος στρατηγός παρεχώρησε το μισό της γης των Θηβαίων στα ιερά της Ολυμπίας και των Δελφών. Η ρωμαϊκή ειρήνη, που ακολούθησε τις συγκρούσεις των Φιλίππων και του Ακτίου, υπήρξε ευεργετική και για τη Θήβα, μικρή πλέον πόλη, περιορισμένη από καιρό στο λόφο της ακρόπολης Καδμείας.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ