today-is-a-good-day
23.5 C
Athens

Ουμπέρτο Έκο: Ο υπεράνθρωπος των μαζών

Aποσπάσματα από το δοκίμιο του Ουμπέρτο Έκο «Ο υπεράνθρωπος των μαζών. Ρητορική και ιδεολογία του λαϊκού μυθιστορήματος», που θα κυκλοφορήσει σε μετάφραση της αείμνηστης Έφης Καλλιφατίδη από τις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα.

Δοκιμιογράφος, φιλόσοφος, κριτικός λογοτεχνίας και πολυδιαβασμένος μυθιστοριογράφος Ουμπέρτο Έκο γεννήθηκε στην Αλεσάντρια του Πιεμόντε το 1932. Σπούδασε Μεσαιωνική Φιλοσοφία και Λογοτεχνία και έκανε το διδακτορικό του στη φιλοσοφία το 1954, ολοκληρώνοντας τη διατριβή του για τον Θωμά Ακινάτη. Το 1965 εξελέγη καθηγητής Οπτικών Επικοινωνιών στη Φλωρεντία και το 1966 καθηγητής της Σημειολογίας στο Μιλάνο. Το 1971 το Πανεπιστήμιο της Μπολόνια του προσέφερε τη θέση τού τακτικού καθηγητή της Σημειολογίας. Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, άρχισε να γράφει τα μυθιστορήματα του, κάνοντας την αρχή με «Το όνομα του ρόδου», Το 1988 ακολούθησε το «Εκκρεμές του Φουκώ», μια ακόμα εισπρακτική επιτυχία. Από την αρχή της καριέρας του κέρδισε πολλές τιμητικές διακρίσεις και έκανε δεκάδες εκδοτικές επιτυχίες. τικής» (1975), «Lector in fabula» (1979).Πέθανε στις 19 Φεβρουαρίου 2016 σε ηλικία 84 ετών.

Προδημοσίευση

Κάποιος, μετά την προβολή του Love Story είπε ότι πρέπει να έχεις καρδιά από πέτρα για να μη σκάσεις στα γέλια με την ιστορία του Όλιβερ και της Τζένης. Η φράση είναι υπέροχη, όπως όλες οι παραδοξολογίες που θυμίζουν Ουάιλντ, ωστόσο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Πράγματι, με όποια κριτική διάθεση κι αν πας να δεις το Love Story, πρέπει να έχεις καρδιά από πέτρα για να μη συγκινηθείς και να μην κλάψεις. Και τότε ακόμα πιθανότατα δεν εξαιρείσαι από τη συναισθηματική συμμετοχή που απαιτεί το φιλμ. Αυτό οφείλεται σε έναν απλούστατο λόγο: οι ταινίες αυτού του είδους έχουν επινοηθεί για να προκαλούν δάκρυα. Δεν μπορείς να τρως κουφέτα και -επειδή έχεις μεγάλη παιδεία και ισχυρό έλεγχο στις αισθήσεις σου- να παριστάνεις ότι γεύεσαι κάτι αλμυρό. Η χημεία δεν κάνει ποτέ λάθος. Και καθώς υπάρχει και χημεία των συναισθημάτων, ένα από τα συστατικά που κατά παράδοση υποκινούν συναισθήματα είναι η καλοστημένη πλοκή· όταν η πλοκή είναι καλοστημένη, υποκινεί τα συναισθήματα για την πρόκληση των οποίων είχε προσχεδιαστεί. Μπορεί αργότερα, κατόπιν εορτής, να επικρίνουμε τον εαυτό μας επειδή τα νιώσαμε ή να τα επικρίνουμε ως απωθητικά ή να επικρίνουμε τις προθέσεις με τις οποίες στήθηκε η μηχανή που τα προκάλεσε. Αυτό όμως είναι μια άλλη ιστορία. Η καλά σχεδιασμένη πλοκή προξενεί χαρά, τρόμο, έλεος, γέλιο ή κλάμα.

Η πρώτη θεωρία της πλοκής γεννιέται με τον Αριστοτέλη. Για μας δεν έχει καμιά σημασία αν ο Αριστοτέλης την εφάρμοσε στην τραγωδία και όχι στο μυθιστόρημα· άλλωστε είναι γεγονός ότι από τότε όλες οι θεωρίες της αφήγησης ανάγονται σε αυτό το πρότυπο. Ο Αριστοτέλης μιλά για τη μίμηση πράξεως (δηλαδή για μια αλληλουχία γεγονότων) η οποία πραγματοποιείται με την κατασκευή ενός μύθου, δηλαδή μιας πλοκής μιας αφηγηματικής αλληλουχίας. Μπροστά σε αυτή την αλληλουχία, ο σχεδιασμός των χαρακτήρων (δηλαδή η ψυχολογία) και η ίδια η έκφραση (το ύφος, η γραφή) είναι δευτερεύοντα. Είναι εύκολο επομένως να θεωρήσουμε ότι υπάρχει η οντότητα «πλοκή» που υπεισέρχεται χωρίς διάκριση τόσο στις δραματικές όσο και στις αφηγηματικές επιτελέσεις. Η αριστοτελική συνταγή είναι απλή: πάρτε έναν ήρωα με τον οποίο ο αναγνώστης μπορεί να ταυτιστεί, όχι απόλυτα κακό ούτε υπερβολικά άψογο, και βάλτε να του συμβούν τέτοιες ιστορίες που να περνά από την ευτυχία στη δυστυχία, και αντίστροφα, μέσα από περιπέτειες και αναγνωρίσεις. Τεντώστε το τόξο της αφήγησης πέρα από κάθε δυνατό όριο, έτσι ώστε ο αναγνώστης και ο θεατής να νιώθουν ταυτόχρονα έλεος και τρόμο. Και όταν η ένταση έχει φτάσει στο αποκορύφωμα, βάλτε να παρεμβληθεί ένα στοιχείο που θα λύσει τον περίπλοκο κόμπο των γεγονότων και των συνεπομένων παθών. Θα είναι κάποιο θαύμα, μια θεϊκή παρέμβαση, μια αποκάλυψη και μια απρόβλεπτη τιμωρία: όπως κι αν είναι, θα επέλθει η κάθαρση – που στον Αριστοτέλη δεν είναι σαφές αν πρόκειται για κάθαρση του κοινού, το οποίο ξαλαφρώνει από το βάρος που του επέβαλε η αστήρικτη πλοκή, ή για κάθαρση της ίδιας της πλοκής, η οποία βρίσκει τελικά μια αποδεκτή λύση που να συμβαδίζει με τις απόψεις μας σχετικά με τη λογική ή την (μοιραία) τάξη των ανθρώπινων πραγμάτων. Η ιστορία τελείωσε. Προσφέροντας αυτή τη συνταγή ο Αριστοτέλης (δημιουργός όχι μόνο της Ποιητικής αλλά και της Ρητορικής) ήξερε καλά ότι η παράμετρος του αποδεκτού ή μη μιας πλοκής δεν έγκειται στην ίδια την πλοκή, αλλά στο σύστημα των απόψεων που διέπουν την κοινωνική ζωή. Επομένως, για να είναι αποδεκτή η πλοκή, πρέπει να είναι αληθοφανής, και το αληθοφανές δεν είναι παρά η προσκόλληση σε ένα σύστημα προσδοκιών τις οποίες συνήθως συμμερίζεται το κοινό. Όσο για το έλεος και τον τρόμο, το περίεργο είναι ότι δεν τα ορίζει στην Ποιητική (που ασχολείται με τη δομή της πλοκής), αλλά στη Ρητορική που ασχολείται με τις απόψεις του κοινού και τον τρόπο χειραγώγησής του με σκοπό τη συναίνεση.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ