today-is-a-good-day
22.1 C
Athens

Κων/να Κοτταρίδη: Μετά το χρέος τι;

Η ελάφρυνση του χρέους αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη ανάπτυξης της Ελληνικής οικονομίας

*Της Κωνσταντίνας Κοτταρίδη

Η απόφαση του Eurogroup λίγες ημέρες πριν σχετικά με την πολυπόθητη ελάφρυνση του χρέους είναι γεγονός. Η ελάφρυνση αυτή αφορά δάνεια 100 δις ευρώ για τα οποία δόθηκε περίοδος χάριτος μέχρι το 2033 (δηλαδή μη καταβολή τοκοχρεολυσίων) ενώ ταυτόχρονα δόθηκε επιμήκυνση αποπληρωμής 10 ετών.

Συμφωνήθηκε επίσης να δοθούν  τα κέρδη των ομολόγων του ευρωσυστήματος μέχρι το 2022 και εξασφαλίστηκε ένα επιπλέον δάνειο 15 δις προκειμένου να υπάρχει μαξιλάρι ασφαλείας για τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας.

Αναμφίβολα η συμφωνία αυτή είναι καλοδεχούμενη καθώς δίνει μια δημοσιονομική ανάσα στην Ελλάδα τα επόμενα 15 χρόνια και ταυτόχρονα καθησυχάζει τις αγορές οι οποίες πολύ καιρό ανέμεναν τη διευθέτηση του χρέους.

Το ερώτημα που τίθεται όμως ευλόγως, μετά δε και τους πανηγυρισμούς, είναι: και τώρα τι; Τι σημαίνει πρακτικά αυτή η διευθέτηση του χρέους; Στο σημείο αυτό θα ήταν σκόπιμο να θυμίσω ότι το ζήτημα της διευθέτησης του χρέους βρίσκεται στο τραπέζι από το 2012 και οι υποσχέσεις που είχαν δοθεί αφορούσαν την ελάφρυνσή του μετά από 3 χρόνια πρωτογενών πλεονασμάτων. Το 2014 ήταν η πρώτη χρονιά που η Ελλάδα κατέγραψε πρωτογενές πλεόνασμα 0,4% και οι εκτιμήσεις της πορείας της ελληνικής οικονομίας έκαναν λόγο για ανάπτυξη πάνω από 2% το 2015 και εντεύθεν. Τούτο σημαίνει πιθανά ότι θα μπορούσε η χώρα να έχει πάρει ελάφρυνση του χρέους της πολύ νωρίτερα και με καλύτερους όρους (δεδομένης της προβλεπόμενης ανάπτυξης), εφόσον δεν συνέτρεχε τότε λόγος για τρίτο μνημόνιο.

Η πολυπόθητη συμφωνία περιλαμβάνει ασφαλώς και δεσμεύσεις για την Ελλάδα. Ειδικότερα, εξακολουθεί να ισχύει η δέσμευση για πρωτογενή πλεονάσματα 3.5% μέχρι και το 2022, τα οποία αποκλιμακώνονται στο 3% το 2023 και στη συνέχεια ο στόχος για τα πρωτογενή πλεονάσματα θα μειώνεται κατά μισή ποσοστιαία μονάδα ετησίως, επομένως, θα φτάσουμε στο 2,2% το 2025 όπου και θα παραμείνουν μέχρι το 2060. Ταυτόχρονα, ισχύουν οι δεσμεύσεις της χώρας για μείωση των συντάξεων από το 2019 και αφήνεται ανοικτό το ενδεχόμενο να μειωθεί το αφορολόγητο επίσης από το 2019.

Με λίγα λόγια, η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας χαρακτηρίζεται ως εξής:

  1. Στις 21 Αυγούστου ολοκληρώνεται και η τρίτη δανειακή σύμβαση της Ελλάδας με τους εταίρους.
  2. Η συμφωνία για το χρέος δίνει δημοσιονομικό χώρο στην Ελλάδα για τα επόμενα 15 χρόνια
  3. Η λιτότητα με αυστηρά μέτρα που έχουν ψηφιστεί να υλοποιηθούν συνεχίζεται και βαθαίνει.

 

Υπό κανονικές συνθήκες, το τέλος των μνημονίων και η συμφωνία για το χρέος θα έπρεπε να σηματοδοτεί τη μετάβαση της ελληνικής οικονομίας σε μια νέα εποχή, στην οποία οι αγορές θα υποδέχονταν ξανά, μετά από τόσα χρόνια, τη χώρα με ευνοϊκούς όρους. Τούτο δεν φαίνεται να συμβαίνει, εξ’ ου και το μαξιλάρι διαθεσίμων που δημιουργήθηκε προκειμένου η χώρα να μπορεί να αποπληρώνει τις υποχρεώσεις της για δύο χρόνια. Αλλά γιατί δεν συμβαίνει αυτό; Πρώτον, διότι οι αγορές εδώ και πολύ καιρό είχαν ήδη προεξοφλήσει την ελάφρυνση του χρέους και το τέλος των δανειακών συμβάσεων. Δεύτερον και σημαντικότερο, διότι ακόμα και με αυτό το δεδομένο, οι αγορές δεν φαίνεται να εμπιστεύονται την ελληνική οικονομία. Μάλλον, θα έλεγα, δεν εμπιστεύονται την πολιτική της κατάσταση. Ο πολιτικός κίνδυνος στην Ελλάδα, δηλαδή οι αναταραχές που προκύπτουν από αλλαγές του πολιτικού σκηνικού και που δυστυχώς έχουμε κακή εμπειρία, καταγράφεται πολύ σημαντικός.

Είναι σημαντικό επίσης να ληφθεί υπόψη ότι ακόμα κι αν οι αγορές εμπιστευτούν την ελληνική οικονομία και προσφέρουν ένα ικανοποιητικό επιτόκιο δανεισμού, το επιτόκιο αυτό θα είναι πολύ μεγαλύτερο από εκείνο που ισχύει σήμερα για τα δάνεια των εταίρων. Συνεπώς, οι υποχρεώσεις αυξάνονται εξ’ ορισμού. Παράλληλα, παρά το γεγονός ότι υπήρξε διευθέτηση για τα 100 δις ευρώ του χρέους, ας μην ξεχνούμε ότι υπάρχουν άλλα 240 δις ευρώ τα οποία πρέπει να αποπληρώνονται κανονικά.

Η Ελλάδα έχει μια ευκαιρία αυτή τη στιγμή, με τη συμφωνία που επιτεύχθη για τα επόμενα 15 χρόνια, να επιδείξει δυναμική. Υπό τις παρούσες συνθήκες δεν φαίνεται ωστόσο κάτι τέτοιο. Από τη μία πλευρά, οι παθογένειες που οδήγησαν τη χώρα στη βαθιά αυτή ύφεση καλά κρατούν παρά τους άπειρους νόμους που έχουν ψηφιστεί, και, από την άλλη, δεν προκύπτει από πουθενά κάποια αναπτυξιακή προοπτική. Εάν δεν υπάρξει ολοκληρωμένο και με χρονοδιάγραμμα  αναπτυξιακό σχέδιο για τη χώρα, πολύ φοβούμαι ότι για πολλά χρόνια θα εγκλωβιστούμε σε «χαμηλές πτήσεις», με χαμηλή, ασθενική ανάπτυξη που κινδυνεύει από τις παγκόσμιες εξελίξεις, οικονομικές και γεωπολιτικές. Τα πρωτογενή πλεονάσματα που έχουν συμφωνηθεί δεν μπορούν να πραγματοποιούνται μέσα από υφεσιακές πολιτικές, με φορολογική αφαίμαξη και αυστηρή λιτότητα, διότι τότε είναι σίγουρο ότι η χώρα δεν θα μπορέσει ποτέ να ξεφύγει τον κίνδυνο παρά τις όποιες διευθετήσεις χρέους (θυμηθείτε ότι το 2012 διεγράφησαν από το ελληνικό χρέος πάνω από 100δις, τι άλλαξε αυτό για τις προοπτικές της χώρας μας;)

Το συμπέρασμα είναι ένα και κεντρικό: η Ελλάδα πρέπει να αποφασίσει ότι θα γίνει μια σύγχρονη χώρα, με σύγχρονες δομές, με αποτελεσματικό και αποδοτικό δημόσιο τομέα, με άρση των εμποδίων γραφειοκρατίας, με ταχεία απονομή δικαιοσύνης, με απλό νομοθετικό πλαίσιο στο οποίο δεν θα χωρούν αναλύσεις και εξειδικεύσεις α λα καρτ. Εν ολίγοις, η Ελλάδα πρέπει να αποδείξει ότι αξίζει της εμπιστοσύνης τόσο των αγορών και των επενδυτών όσο και των ίδιων των πολιτών της. Μόνο τότε θα αρχίσει να δημιουργείται πραγματικός πλούτος στη χώρα που θα δράσει πολλαπλασιαστικά στα οικονομικά αποτελέσματα και θα επιτρέψει την ουσιαστική αποκλιμάκωση της φορολογίας και την ελάφρυνση των βαρών που υφίστανται τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις. Προς επίρρωση των παραπάνω, είναι τουλάχιστον αποθαρρυντικό ότι η Ελλάδα έπεσε 27 θέσεις στον Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας το 2017, και βρίσκεται στην116η θέση σε σύνολο 159 χωρών… (https://www.fraserinstitute.org/sites/default/files/economic-freedom-of-the-world-2017.pdf)

Εν κατακλείδι:

  1. Είναι θετική η συμφωνία για την ελάφρυνση του χρέους;

Ναι

  1. Η συμφωνία θα μας οδηγήσει στην ανάπτυξη;

Όχι

  1. Με τη συμφωνία τελειώνει η λιτότητα;

Όχι, αντίθετα βαθαίνει

 

  1. Μπορεί η συμφωνία να μας οδηγήσει στην ανάπτυξη ώστε να αποκλιμακωθεί η λιτότητα;

Ναι, με την προϋπόθεση ότι θα αποφασίσουμε να δημιουργήσουμε ένα σύγχρονο και ευνομούμενο κράτος. Για το τελευταίο όμως, απαιτείται σοβαρό, αξιόπιστο, αξιοπρεπές πολιτικό προσωπικό που δεν εξαντλείται μόνο στην εκάστοτε κυβέρνηση.

Ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω…

 

Η Κωνσταντίνα Κοτταρίδη είναι Επίκουρος Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Πειραιώς, Διευθύντρια Εργαστηρίου Βιοοικονομίας και Βιώσιμης Ανάπτυξης

kottaridi.com

bioeconomylab.gr

bioeconomics.edu.gr

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ